κρυσταλλωτήριο

κρυσταλλωτήριο
το
χημ. υάλινο όργανο μέσα στο οποίο γίνεται η ανακρυστάλλωση σωμάτων που βρίσκονται σε διάλυση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”